Τα ραγκουτσάρια της Καστοριάς και τα «Μνημόρια» τους
Κείμενο του Αποστόλου Δ. Σαχίνη
Ρογκατσιάρια λέγονται τα καστοριανά καρναβάλια, που γίνονται στις 6, 7 και 8 Ιανουαρίου. Η λέξη προέρχεται από τη ρωμαϊκή γλωσσική κληρονομιά, που άφησε τό Βυζάντιο, [< (λατ.λ.) “rogatio” = ζητώ δώρο || < (λατ.λ.) “rogeso”= ρόγες, δώρα]. Όσοι μάζευαν “ρόγες”, λέγονταν “ρογκατσαραίοι” και ήταν τα παιδιά και οι έφηβοι της Καστοριάς και της περιφέρειάς της, ντυμένα με τις τοπικές ενδυμασίες τους (: σιαγιάκι-μανδύο-τσαρούχια)
Στην παράδοση των “ρογκατσαραίων” συναντούμε ανάμεσα στα πολλά ενδιαφέροντα και μία ιπποτική εκδήλωσή τους, που την επιβεβαιώνουν οι τάφοι (σήμερα υπολείμματα) στην άκρη των σταυροδρομιών του παλαιού οδικού δικτύου. Όταν πριν από πολλά χρόνια ο περίεργος διαβάτης ερωτούσε για τους τάφους αυτούς στα ερημικά εκείνα μέρη, οι γεροντότεροι της εποχής εκείνης αφηγούνταν τη δραματική ιστορία των παλληκαριών που ήταν θαμμένα εκεί.
Παλαιό έθιμο ήταν στα μέρη μας, στις γιορτές των “Δωδεκάμερων”, τα παλληκάρια των χωριών μας, συγκροτημένα σε ομάδες και κάθε ομάδα του κάθε χωριού με τον αρχηγό τους, να γυρίζουν από χωριό σε χωριό για “ρόγες” (δώρα), τραγουδώντας τα τραγούδια των ημερών. Ντυμένοι με τα καλά τους, οι “ρογκατσαραίοι” (έτσι λέγονταν επειδή μάζευαν “ρόγες”, δηλ. δώρα) και κρατώντας κάτω από το “σαγιάκινο μαντύο”τους μαχαίρια για την ασφάλεια και την τιμή τους, πορεύονταν παντού στο οδικό δίκτυο του καιρού εκείνου.
Όταν δύο ομάδες συναντιόνταν στα σταυροδρόμια, έθιμο ήταν η μία να τραβηχτεί στην άκρη του δρόμου και να αφήσει την άλλη να περάσει, αναγνωρίζοντας έτσι σ’ αυτήν την ανωτερότητα σε δύναμη. Και το πράγμα περνούσε ομαλά. Σε πολλές όμως περιπτώσεις, οι ομάδες ήταν ανυποχώρητες και τότε κατέληγαν σε μοιραία και δραματικά γεγονότα, γιατί ξυπνούσε ή παλαιά ιπποσύνη των βυζαντινών χρόνων, όπου την τιμή την κέρδιζαν με τα μαχαίρια τους {κάμες}.
Στις συμπλοκές εκείνες πού ήταν πραγματικές ομαδικές μονομαχίες, οι πληγωμένοι και οι σκοτωμένοι “ρογκατσαραίοι” ήταν πολλοί. Έτρεχαν τα χωριά τους και τους έθαβαν δίπλα στα πεζοδρόμια, γιατί η εκκλησία απαγόρευε να τους διαβάσουν. Τα “μνημόρια” τους βρίσκονται και σήμερα στα ερημικά μέρη.
Οι διηγήσεις των γερόντων αυτήν την εικόνα μας δίνουν. Όταν το κακό σταμάτησε, οι “ρογκατσαραίοι” διατήρησαν την αίγλη της παλικαροσύνης και τα παλαιά καρναβάλια της Καστοριάς κράτησαν το όνομά τους, με μία ελαφρά παραποίηση: “ραγκουτσάρια” τα είπαν και ντύνονταν την ενδυμασία τους, δηλ. το “σιαγιάκινο μανδύο” με τις “σιαμαρτόνες”, τα “τσαρούχια” και την “μπαμπαρούσα” (μαύρη με κόκκινο σταυρό στην μετώπη της).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Στο χωριό Γέρμας Καστοριάς σώζονται αρκετοί τάφοι ρογκατσαριών στην Τοποθεσία «Της Μπίλιας τα μνημόρια». Σύμφωνα με την παράδοση, εκεί είναι θαμμένα τα ρογκατσάρια του Γέρμα και του γειτονικού Σισανίου Κοζάνης, που αλληλοσκοτώθηκαν κατά τη βυζαντινή εποχή.