πενιχρά και άσημη φάτνη της Βηθλεέμ γίνεται συνάμα και ζωηφόρος τάφος, όπου ο Θεός Λόγος αποκρύπτει μικρόν το μεγαλείο της Θεότητός Του και «βροτός οράται και σπαργάνοις πλέκεται ο της δόξης Κύριος», προκειμένου «την πριν πεσούσαν αναστήση εικόνα» του Γενάρχου Αδάμ.
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Καί πάλι, αδελφοί μου αγαπητοί, το ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ, μέσα στο οποίο ο Θεός συναντά τον άνθρωπο, συγκεντρώνει, αυτή την μεγάλη ημέρα της πίστεώς μας, τον σεβασμό και την ευλάβεια όλων μας.
Εδώ, σ΄ αυτόν τον χώρο, που η Παρθένος «τίκτει τον Ποιητήν του παντός», στέκονται αντιμέτωποι ο θάνατος με την ζωή, η φθαρείσα εικόνα του Αδάμ με τον Νέο Αδάμ που είναι ο Χριστός, η πτώση και συγχρόνως η ανάσταση και η ζωή. Η
«Ένδον του Σπηλαίου . . . εφάνη ρίζα απότιστος, βλαστάνουσαν άφεσιν».
Εκεί ευρέθη «φρέαρ ανόρυκτον» από το οποίο επεθύμησε να δροσισθεί ο Προφήτης Δαβίδ.
Εκεί η Παρθένος «τεκούσα βρέφος την δίψαν έπαυσεν ευθύς την του Αδάμ και του Δαβίδ».
Εδώ, βρίσκεται το άδυτον της αναγεννήσεως και της λυτρώσεως του ανθρώπου.
Εδώ, το μνήμα του θανάτου και το λίκνο της ζωής συνδεδεμένα άρρηκτα το ένα με το άλλο.
Καί μέσα σ΄ αυτές τις συνθήκες της έσχατης πτωχείας («τι γαρ ευτελέστερον σπηλαίου, τι δε ταπεινότερον σπαργάνων;») τελεσιουργείται το «μέγα και παράδοξον θαύμα» της θείας ενανθρωπήσεως, «η παράδοξος κράσις», όπως την ονομάζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «(Ο Θεός Λόγος) έγινε ένα, ενώνοντας τα δύο αντίθετα, την σάρκα δηλαδή και το Πνεύμα . . . Ω πόσον αξιοθαύμαστος είναι η νέα ένωσις! Ω πόσον παράδοξος είναι η νέα σύνθεσις. Ο υπάρχων δημιουργείται, ο αδημιούργητος πλάθεται, και ο απεριόριστος περιορίζεται …. Εκείνος ο οποίος δίδει τον πλούτο γίνεται πτωχός … Εκείνος ο οποίος είναι γεμάτος, αδειάζει· διότι αδειάζει από την δόξαν Του δι΄ ολίγον καιρόν, διά να γευθώ εγώ την πληρότητά Του».
Πρώτον. «Παράδοξος σύνθεσις». Ο άφθαρτος και αναλλοίωτος Θεός έρχεται να ζήσει μέσα στον κόσμο της φθοράς για να καταργήσει την φθορά και τον θάνατο και να καταστήσει τον άνθρωπο άφθαρτο και αθάνατο.
Ο αιώνιος Θεός, «ο έχων θρόνον ουρανόν και υποπόδιον την γην», εισέρχεται μέσα στον χρόνο, «αρχήν λαβών χρονικήν», για να αγιάσει τον χρόνο, τον κόπο και τον ιδρώτα του ανθρώπου, αλλά και να κάνει τον άνθρωπο πολίτη της αιωνίου ζωής.
Ο Εξουσιαστής Θεός γίνεται δούλος, «ίνα ημάς ελευθερώση εκ της δουλείας των παθών» και από την κυριαρχία του διαβόλου.
«Ο πάσης επέκεινα καθαρότητος», «ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού», συναναστρέφεται με αυτούς που βρίσκονται κάτω από το κράτος της αμαρτίας και την ανατριχίλα του θανάτου για να τους ανοίξει τον δρόμο της αγιότητος και να τους οδηγήσει στα ουράνια σκηνώματα.
Η μοναδική αγάπη έρχεται να θεραπεύσει το μίσος και την εχθρότητα.
Η ειρήνη κατέρχεται στον ανειρήνευτο κόσμο, προσφέροντας καταλλαγή και συμφιλίωση.
Το φως στην σκοτισμένη γη,
η ελπίδα στην απελπισμένη οικουμένη,
η χαρά στον πόνο, η δύναμη στην αδυναμία,
η ζωή στον θάνατο.
Δεύτερον. «Παράδοξος σύνθεσις». Πως ο απολύτως άυλος Θεός μένοντας άυλος γίνεται υλικός; Πως ο άσαρκος σαρκούται και ο αόρατος οράται; Πως ο άκτιστος κτίζεται και ο αχώρητος χωρείται; Θα αναφωνήσει η θεολόγος φωνή της Εκκλησίας.
Ο Θεός προσεγγίζει τον άνθρωπο αθόρυβα, θαυμαστά και θεραπευτικά. Έχουμε την κένωση, δηλαδή την κατάβαση του Θεού, και συγχρόνως την ανάβαση του ανθρώπου. Έχουμε μία καινούργια και θαυμαστή κοινωνία που ενώνει τα διεστώτα.
Ο Θεός γίνεται κοινωνός της ανθρωπίνης φύσεως για να γίνει ο άνθρωπος κοινωνός θείας φύσεως. Πόσο ωραία διατυπώνει την αλήθεια αυτή υμνολογικά ο Άγιος Κοσμάς ο ποιητής στον περίφημο Κανόνα του στην Ακολουθία του Όρθρου: «Χριστέ, Συ που έγινες ομοιόμορφος με την γήινη και ευτελή φύση του ανθρώπου και με την συμμετοχή Σου στην σάρκα μας, την πολύ κατώτερη, μετέδωσες σε μας την θεία κι αθάνατη φύση Σου, αφού, γενόμενος άνθρωπος, παρέμεινες Θεός».
Καί αυτή η ακατάληπτη σύνθεση, που κατανοείται μόνο με την πίστη, διότι «ου φέρει το μυστήριον έρευνα· πίστει μόνη τούτο πάντες δοξάζομεν», μας δίνει την μοναδική λύση στην πιο οδυνηρή αγωνία:
Πως δεν είμαστε μόνοι μας σ΄ αυτή την ζωή.
Πως δίπλα μας βρίσκεται ο Χριστός συνοδοιπόρος και συγκυρηναίος του σταυρού μας.
Πως Αυτός στεφανώνει τον κόπο και τον μόχθο των χειρών μας.
Πως Αυτός μας χορταίνει με την λαχτάρα της αγιότητος και με την επιθυμία της δικαιοσύνης και της αληθείας.
Πως Αυτός καταργεί τον θάνατο και μας οδηγεί στην αιώνια δόξα και μακαριότητα.
Χριστούγεννα σήμερα, αδελφοί μου, του σωτηρίου έτους 2014.
Κάποτε οι άνθρωποι γιόρταζαν αληθινά Χριστούγεννα. Επιθυμούσαν να ζήσουν αυτό το πνευματικό γεγονός και ετοιμάζονταν με την λατρεία και με τα μέσα τα οποία διαθέτει η Εκκλησία μας να το ζήσουν εσωτερικά και καρδιακά.
Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν. Η παράδοση των προγόνων μας χάθηκε. Ο δυτικός πολιτισμός μετέτρεψε αυτήν την γιορτή σ΄ ένα πραγματικό εμπόριο. Γιά να μην ενοχλούνται, ακόμη, εκείνοι που δεν δέχονται το πρόσωπο του Χριστού, σε κάποιες μεγάλες πόλεις απαγορεύεται ο χριστιανικός εορταστικός διάκοσμος που υπενθυμίζει την γέννηση του Σωτήρος. Έτσι, υπάρχουν μόνον φώτα χωρίς το μοναδικό φως που είναι ο Χριστός. Υπάρχουν μόνο δώρα χωρίς την παρουσία του ουρανίου δώρου που είναι ο Σαρκωμένος Λόγος του Θεού.
Εορτάζει ο δυτικός κόσμος τα γενέθλια άλλων, ενώ καταργεί τα μοναδικά Γενέθλια που χώρισαν τον χρόνο και την ιστορία στα δύο. Καθιερώνουμε κι εμείς στην πατρίδα μας γιορτές για τα πρόσκαιρα και υλικά αγαθά, χωρίς καμμία πνευματική αναφορά στον Σωτήρα Κύριο που μόνον Αυτός αγιάζει, χαριτώνει και ανυψώνει τον πλανώμενο άνθρωπο.
Γι’ αυτό στις μέρες μας ισχύει ο λόγος του Προφήτου Δαβίδ που αναφέρεται στην πολεμική των αφρόνων: «Δεύτε και καταπαύσωμεν πάσας τας εορτάς του Θεού από της γης».
Πρόκληση η σημερινή γιορτή. Καί ταυτόχρονα πρόσκληση για έναν θεοφιλή εορτασμό:
όχι πανηγυρικά, αλλά θεικά,
ούτε κοσμικά, αλλά υπερκόσμια,
όχι για τον εαυτό μας, αλλά για το πρόσωπο του Χριστού,
όχι τα της ασθενείας, αλλά τα της ιατρείας,
ούτε, ακόμη, τα της πλάσεως, αλλά τα της αναπλάσεως, κατά την έκφραση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.
Να γιορτάσουμε έχοντας μέσα στην καρδιά μας ενιδρυμένον τον Θεόν, που σημαίνει κάθαρση, φωτισμός, συμμετοχή στην ζωή του Χριστού και συμμετοχή στην ζωή της Εκκλησίας.
Αυτά είναι τα αληθινά Χριστούγεννα και τα «αεί Χριστούγεννα».
Αυτήν την μεγάλη και επιφανή ημέρα της πίστεώς μας σας αγκαλιάζω όλους και σας ασπάζομαι εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών. Σας εύχομαι υγεία, προκοπή βίου και πίστεως. Εύχομαι για την πατρίδα μας, τα σβησμένα άστρα της χαράς και της ελπίδος να ξαναπάρουν πάλι το φως και μέσα από τα μαύρα σύννεφα να ανατείλει και πάλι ο Ήλιος της δικαιοσύνης.
Χριστός ετέχθη, αδελφοί μου και παιδιά μου αγαπητά.
Αληθώς ετέχθη.