δραστήρια. Είναι εξαιρετικοί κολυμβητές, βουτούν με μεγάλη επιδεξιότητα
φτάνοντας μέχρι και τα πέντε μέτρα βάθος. Φωλιάζουν σε σήραγγες που
φτιάχνουν στο χώμα σε σημεία κοντά στο νερό, οι οποίες μπορεί να φτάσουν
και τα 4 χιλιόμετρα μήκος. Τρέφονται με μικρά ζώα, όπως βατράχους,
ψάρια και τρωκτικά. Στη ράχη τους, επίσης, κουβαλούν την οικονομία της
Δυτικής Μακεδονίας.
Από 35 πριν από πέντε χρόνια, οι φάρμες εκτροφής μινκ στην περιοχή
έχουν ξεπεράσει σήμερα τις 100 (45 στον νομό Καστοριάς, 50 στον νομό
Κοζάνης, 8 στον νομό Γρεβενών, δύο στον νομό Φλώρινας). Και από 350.000
γουνοδέρματα το 2011, η παραγωγή σήμερα ξεπερνά τα τρία εκατομμύρια
ετησίως. Στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας δραστηριοποιούνται συνολικά
1.100 σχετικές με τη γουνοποιία επιχειρήσεις, ενώ εκτιμάται ότι σε αυτές
εργάζεται το 60-70% του πληθυσμού της Καστοριάς και της επαρχίας Βοΐου.
Το 99% των προϊόντων που παράγονται στην περιοχή εξάγονται, κυρίως στη
Ρωσία, αλλά και την Ουκρανία, την Τουρκία, την Κίνα. Το ύψος των
εξαγωγών αγγίζει τα 300-400 εκατ. ευρώ ετησίως.
«Κοιτάμε στα ίσια τον γίγαντα που λέγεται Κίνα», λέει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς κ. Φαίδων Γκιάτας.
«Στον κόσμο υπάρχουν μόνο δύο παραγωγικά κέντρα γούνας, η περιοχή μας
και η Κίνα. Η Καστοριά με τη Σιάτιστα αγοράζουν το 7-8% της παγκόσμιας
παραγωγής γουνοδερμάτων, ενώ διακινούμε το 10-12% της παγκόσμιας
παραγωγής ετοίμων ενδυμάτων από γούνα».
Η ελληνική «άνοιξη» της γούνας δεν ήρθε τυχαία. Τα τελευταία χρόνια,
με συντονισμένες ενέργειες της βιομηχανίας, εισήχθησαν μια σειρά
ευνοϊκές ρυθμίσεις, όπως η ένταξη των εκτροφείων γουνοφόρων ζώων στις
κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, η δυνατότητα ένταξης της εκτροφής
γουνοφόρων ζώων σε επενδυτικά σχέδια με κοινοτική ή εθνική ενίσχυση, η
απλοποίηση της αδειοδότησης νέων εγκαταστάσεων και πρόσφατα η κατάργηση
του φόρου πολυτελείας 10% στα εγχωρίως παραγόμενα γουνοποιητικά προϊόντα
που πωλούνταν χονδρικώς στο εσωτερικό της χώρας μεταξύ των
επιχειρήσεων. Η συναστρία συμπληρώθηκε από τις εξελίξεις στο διεθνές
χρηματιστήριο γούνας. Οπως εξηγεί ο κ. Γκιάτας, τα τελευταία χρόνια
σημειώθηκε αύξηση της τάξης του 180% στην τιμή της πρώτης ύλης, τα
γουνοδέρματα, οπότε το περιθώριο κέρδους διευρύνθηκε.
Είναι ένα υπέροχο success story για όποιον μπορεί να παραβλέψει ότι
για τον σκοπό θανατώνονται (κατά κύριο λόγο με χρήση αερίου) περίπου
τρία εκατομμύρια ζώα τον χρόνο (το 90-95% της πρώτης ύλης εκτρέφεται).
Οπως σημειώνουν σε επιστολή τους προς τους αρμόδιους υπουργούς η Κίνηση
για την Κατάργηση του Εμπορίου Γούνας και η Πρωτοβουλία Πολιτών «Η Καστοριά λέει Οχι στη Γούνα»,
η εκτροφή γουνοφόρων ζώων δεν είναι μια κλασική κτηνοτροφική
δραστηριότητα, δεδομένου ότι δεν παράγει τρόφιμα, αλλά ένα είδος
πολυτελείας. «Η γούνα ως επί το πλείστον δεν χρησιμοποιείται σήμερα για
να ζεστάνει κάποιον, αλλά ως διακοσμητική λεπτομέρεια σε ενδύματα και
υποδήματα για λόγους μόδας. Οι κάτοικοι ψυχρών περιοχών, ακόμα και οι
ορειβάτες, επιλέγουν ενδύματα νέας τεχνολογίας, που είναι πολύ πιο
ζεστά, πιο πρακτικά και πιο ελαφριά».
Bάναυση πρακτική
Σύμφωνα με τους ίδιους, η εκτροφή και η θανάτωση ζώων για τη γούνα
τους είναι μια εξαιρετικά βάναυση πρακτική που πρέπει άμεσα να
καταργηθεί. «Αυτά τα ζώα περνούν μια πολύ σύντομη και εντελώς αφύσικη
ζωή, φυλακισμένα μέσα σε μικρά μεταλλικά κλουβιά, μόνο και μόνο για να
θανατωθούν όταν η γούνα τους είναι στην κατάλληλη κατάσταση. Τα μινκ
παραμένουν άγρια ζώα, τα οποία δεν προσαρμόζονται στο περιβάλλον
αιχμαλωσίας των εκτροφείων (…). Οι συνθήκες που τα ζώα αυτά
εξαναγκάζονται να υπομένουν είναι βασανιστικές, με αποτέλεσμα συχνά να
τρελαίνονται από τον εγκλεισμό, να οδηγούνται στον κανιβαλισμό ή ακόμα
και να τρώνε τα ίδια τους τα άκρα». Σημειώνεται ότι σε πολλές χώρες,
όπως την Αυστρία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η εκτροφή γουνοφόρων ζώων έχει
απαγορευτεί.
Οι παραγωγοί αντιτείνουν ότι τηρούν τις προβλεπόμενες προδιαγραφές
συνθηκών εκτροφής που έχει θέσει η Παγκόσμια Ομοσπονδία Γούνας. «Εμείς
κάνουμε πολλά περισσότερα από ό,τι κάνουν οι άλλοι με τα κοτόπουλα, τα
πρόβατα ή τα άλλα ζώα».