Η αιθαλομίχλη είναι πλέον και πάλι εδώ, αρκετά νωρίτερα από πέρυσι και μάλιστα χωρίς να έχουν ακόμα πιάσει τα πολλά κρύα. Και ενώ το ΥΠΕΚΑ εκδίδει τη μία ανακοίνωση μετά την άλλη, καλό θα είναι να ξεκαθαρίσουμε κάποια βασικά πράγματα, εφόσον σκοπεύουμε σαν κοινωνία και σαν κράτος να αντιμετωπίσουμε ριζικά το πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας και της γενικότερης (οικονομικής και περιβαλλοντικής) κρίσης.
Ας αρχίσουμε από το γιατί έχουμε αυτού του είδους την αιθαλομίχλη. Προφανώς η στροφή του κόσμου στα τζάκια για να ζεσταθεί, δεν είναι κάποιου είδους μόδα ούτε και προέρχεται από βίτσιο πολιτών που προτιμούν ‘ρομαντικά’ δειλινά μπροστά στη θαλπωρή της φωτιάς στο σαλόνι του σπιτιού τους. Τις τελευταίες μέρες, ιδιαίτερα στην Αθήνα, χωρίς να έχει τόσο κρύο, οι θερμοκρασίες στο εσωτερικό του σπιτιού μας είναι πιο χαμηλές από την εξωτερική, με αποτέλεσμα να βγαίνουμε έξω και να νιώθουμε πιο ευχάριστο το κλίμα. Άρα, η στροφή στα τζάκια και συνεπακόλουθα η αιθαλομίχλη είναι σύμπτωμα της ενεργειακής φτώχειας που γνωρίζει έξαρση αφενός λόγω της κρίσης αλλά κυρίως λόγω της ακαταλληλότητας των ελληνικών σπιτιών να προσφέρουν οικονομική θέρμανση.
Παρατήρηση πρώτη: Η ρύπανση από το πετρέλαιο (θέρμανσης ή βενζίνη από αυτοκίνητα) είναι εξίσου επικίνδυνη. Το γεγονός ότι ‘δεν φαίνεται’ και δεν ‘μυρίζει το ίδιο’ δεν την κάνει αθώα. Κάθε άλλο, επειδή τα μικροσωματίδια που προέρχονται από την καύση πετρελαίου είναι πολύ πιο μικρά σε μέγεθος, εισχωρούν βαθύτερα στους πνεύμονές μας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, άλλωστε, καταχώρησε κι επισήμως τα μικροσωματίδια στη λίστα με τις καρκινογόνες ουσίες, δίνοντας έμφαση σε όλους τους ρύπους (και ιδιαίτερα σε αυτούς που προέρχονται από ορυκτά καύσιμα, όπως από μεταφορές, βιομηχανία και ηλεκτροπαραγωγή). Πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπίσουμε την αιθαλομίχλη, αλλά η επιστροφή στο πετρέλαιο θέρμανσης δεν είναι λύση.
Παρατήρηση δεύτερη: Είναι επιεικώς απαράδεκτο, έως και ανήθικο, σαν κράτος να ζητάς από τον κόσμο να μην χρησιμοποιεί τα τζάκια τις πιο κρύες ημέρες του χειμώνα, χωρίς να του εξασφαλίζεις εναλλακτικές λύσεις. Και με αυτό προφανώς δεν εννοούμε ρυπογόνο πετρέλαιο (βλέπε επιδόματα θέρμανσης).
Αλλά η πολιτεία ήταν απούσα επί χρόνια, κι ευθύνεται τόσο για την ενεργειακή φτώχεια όσο και για την αιθαλομίχλη: Τα τζάκια που έχει ο περισσότερος κόσμος σπίτι του (ανοιχτού τύπου) κατασκευάστηκαν πρωτίστως για διακοσμητικούς λόγους και όχι για να ζεσταίνουν. Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις, λέει η παροιμία, και όταν επί σειρά δεκαετιών οι κυβερνήσεις απέφευγαν να θέσουν σωστές ενεργειακές προδιαγραφές στα κτίρια που έφτιαχναν οι τεχνικές εταιρίες (για να μην επιβαρυνθεί η ‘ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας’, δηλαδή ο κατασκευαστικός κλάδος), έστρωναν τον δρόμο για να φτάσουμε στη σημερινή τραγική κατάσταση: ο κόσμος χρεωνόταν στις τράπεζες ώστε να αγοράσει εν αγνοία του σπίτια-ενεργειακές καταβόθρες που απαιτούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας για να ζεσταθούν. Ήρθε η κρίση και τώρα ο κόσμος προσπαθεί να ζεστάνει σπίτια που δεν ζεσταίνονται με τίποτα…
Απόν λοιπόν το κράτος τόσα χρόνια.
Τι κάνει όμως σήμερα; Εκτός από τις συστάσεις για να μην χρησιμοποιεί ο κόσμος τα τζάκια όταν κάνει κρύο, εκπονεί μελέτες για τη ρύπανση (προφανώς για να δoυν αν υπάρχει), αναθέτει σε διαφημιστικές εταιρίες ενημερωτικές εκστρατείες, αυξάνει σε 300 εκατ. ευρώ το χρόνο τα χρήματα των φορολογουμένων που κατευθύνονται σε επιδόματα θέρμανσης (σε εισαγωγές πετρελαίου) και προχωρά σε ανακοινώσεις και πρωτοβουλίες αμφίβολης (πολιτικής) αισθητικής και αποτελεσματικότητας. Να ανταλλάξουμε δηλαδή τη ρύπανση που φαίνεται (τζάκια) με αυτή που δεν φαίνεται (πετρέλαιο). Να γυρίσουμε στο παρελθόν κι όλα θα είναι μια χαρά.
Απόν λοιπόν το κράτος και σήμερα.
Δεν θα ξαναπούμε τι πρέπει να γίνει (αν θέλετε μπορείτε να διαβάσετε ενδεικτικά εδώ, εδώ κι εδώ).
Θα πούμε όμως τι προτίθεται να κάνει το Πεκίνο (ναι, το Πεκίνο), για να αντιμετωπίσει τη διαβόητη αστική του ρύπανση: Μέτρα περιορισμού των ορυκτών καυσίμων στη θέρμανση, τη βιομηχανία και την ηλεκτροπαραγωγή και στόχο μείωσης των εκπομπών ρύπων κατά 25% ως το 2017. Μέτρα που δημιουργούν επενδύσεις, εκσυγχρονίζουν την οικονομία, αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα, προστατεύουν την δημόσια υγεία, ενισχύουν το εισόδημα των πολιτών.
Εμείς εδώ από την άλλη ρίχνουμε δισεκατομμύρια ευρώ (κάποια από αυτά μάλιστα είναι εθνικοί πόροι που δωρίζονται στις μεγάλες κατασκευαστικές)για να φτιάξουμε νέους αυτοκινητόδρομους (περισσότερο αυτοκίνητο àπερισσότερη κατανάλωση καυσίμου àπερισσότερη ρύπανση), και προωθούμε νέα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής λιγνίτη και μαζούτ.
Η κοινωνία πάντως αναλαμβάνει δράση: Ήδη περισσότεροι από 1.000 συμπολίτες μας έχουν δώσει ένα μικρό ποσό από το υστέρημά τους, όχι για να ζεσταθούν 19 παιδιά έναν χειμώνα, αλλά για να μην ξανακρυώσουν ποτέ.
ΥΓ: Μία ειλικρινής απορία: αν αύριο ο κόσμος συνεχίζει να καίει (και ακατάλληλα) ξύλα, αλλά ο βοριάς ή μία δυνατή βροχή ‘εξαφανίσουν’ την αιθαλομίθχλη, η κυβέρνηση θα νιώθει την ίδια πίεση για να κάνει κάτι για τον κόσμο που κρυώνει;