Πρόληψη με εμβολιασμό των οικόσιτων και παραγωγικών ζώων συστήνει η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία.
Ο εμβολιασμός συνιστάται προκειμένου να μην επεκταθεί η ασθένεια της λύσσας, που εμφανίστηκε μετά από 25 χρόνια στην Ελλάδα. Το πρώτο περιστατικό
καταγράφηκε σε αλεπού στην Κοζάνη και την Τρίτη 30 Οκτωβρίου η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία πραγματοποίησε ενημερωτική εκδήλωση στην Αθήνα για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από τη μεριά της πολιτείας και τους κατοίκους των περιοχών όπου υπάρχουν άγρια ζώα.
Το βασικό μήνυμα της συνάντησης ήταν πως πέρα από την πρόληψη και την ενημέρωση το άλλο αναγκαίο βήμα είναι ο εμβολιασμός, ο οποίος μπορεί να λάβει χώρα και κατόπιν εορτής, έπειτα δηλαδή από τη μόλυνση του ζώου.
Το βασικό μήνυμα της συνάντησης ήταν πως πέρα από την πρόληψη και την ενημέρωση το άλλο αναγκαίο βήμα είναι ο εμβολιασμός, ο οποίος μπορεί να λάβει χώρα και κατόπιν εορτής, έπειτα δηλαδή από τη μόλυνση του ζώου.
Οι ομιλητές αναφέρθηκαν στο φόβο που διακατέχει τον άνθρωπο από αρχαιοτάτων χρόνων – χαρακτηριστικά αναφέρθηκε από την εποχή της Ιλιάδας- όσον αφορά τη λύσσα, κι αυτό γιατί είναι μία ασθένεια που μεταδίδεται από τα ζώα στον άνθρωπο και δυστυχώς του επιφέρει το θάνατο.
Στην Ελλάδα βέβαια η λύσσα είχε εκλείψει από την εποχή του Γιουκοσλαβικού εμφύλιου, πράγμα που ,όπως αναφέρθηκε, οδήγησε λίγο πολύ στην επανάπαυση. Η ενημέρωση βέβαια τώρα κρίνεται σημαντική λειτουργία ούτως ώστε να αποφευχθεί ο πανικός και να αντιμετωπιστεί το ζήτημα. Γι’ αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντική η γνώση πως η νόσος προσβάλει κατά κύριο λόγο τα άγρια ζώα, παρόλο που στον άνθρωπο μεταδίδεται από τα ζώα συντροφιάς ή τα οικόσιτα ζώα γιατί πολύ απλά με αυτά έρχεται σε επαφή.
Και κάπου εδώ έρχεται να ανατραπεί ένας μύθος που θέλει τα σκυλιά ως βασικό οικόσιτο ζώο που μεταδίδει την ασθένεια με το δάγκωμα. Όμως τελικά η γάτα είναι πιο «ύποπτη», γιατί είναι νυχτόβιο ζώο, και άρα θα έρθει πιο εύκολα σε επαφή με τα άγρια ζώα. Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί πως παρόλο που η γάτα συνιστά πιο εύκολο φορέα της λύσσας, δεν προβλέπεται κάποιο πρόγραμμα με στόχο τον εμβολιασμό της.
Η λύσσα επιπλέον μπορεί να μεταδοθεί από ζώα όπως η αγελάδα ή ζώα που έχουν κατέβει από το βουνό, αλλά και από αλεπούδες, ρακούν, κουνάβια και άλλα άγρια ζώα. Σημαντική γνώση και πάλι αναδεικνύεται το γεγονός πως η νόσος για να μεταδοθεί απαιτεί ο φορέας να δαγκώσει τον άνθρωπο ή κάποιο άλλο ζώο, ενώ τα ζώα που νοσούν και έχουν εμβολιαστεί δεν είναι πιθανό να μεταδώσουν τον ιό.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν εκπρόσωποι της κτηνιατρικής κοινότητας και της πολιτείας. Έτσι, τα παρών έδωσαν ο κύριος Βασίλειος Κοντός καθηγητής Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας), ο κύριος Αθανάσιος Τσακρής (καθηγητής Μικροβιολογίας), ο κύριος Κωνσταντίνος Κυριάκης (ιολόγος), ο κύριος Χαράλαμπος Μπιλλίνης (καθηγητής Ιολογίας και Ιογενών Νοσημάτων) ο κύριος Σπυρίδων Ντουντουνάκης (Διευθυντής του τμήματος Ζωοανθρωπονόσων του ΥπΑΑΤ), και η κυρία Κατερίνα Λουκάκη (πρόεδρος ΕΚΕ).
Τέτοια στοιχεία σχετικά με τον ιό μπορούν να καθησυχάζουν και να οδηγήσουν τελικά στην αποτελεσματική αντιμετώπισή του. Αυτό ήταν το σημείο σύγκλισης όλων των ομιλητών, και σε αυτό συμφώνησε δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σε ένα άλλο μύθο ο κύριος Άγγελος Αντωνόπουλος, ο αντιδήμαρχος Αθηναίων, ο οποίος ήταν παρών με την κτηνιατρική του ιδιότητα στην εκδήλωση. Για τον κ. Αντωνόπουλο λοιπόν είναι πολύ σημαντικό να ενημερωθούν οι κυνηγοί πως μόνο αβάσιμη είναι η θεωρία πως ο εμβολιασμός των ζώων επηρεάζει την ικανότητα όσφρησής τους, κι επομένως δεν έχουν κανένα «κόστος». Ο κ. Αντωνόπουλος επίσης τόνισε πως θα έπρεπε τα εμβόλια της λύσσας να προσφέρονται σε τιμές κόστους, ούτως ώστε να μην αποτελέσει η τιμή τους ανασταλτικό παράγοντα για τους εμβολιασμούς.
Η λύσσα επομένως μπορεί να επέστρεψε, αλλά δεν είναι κάτι τραγικό εφόσον αντιμετωπιστεί προληπτικά και κατάλληλα. Αυτό όμως προξενεί ανησυχία είναι το γεγονός πως το κρούσμα δεν σημειώθηκε σε κάποια παραμεθόρια περιοχή, ούτως ώστε να θεωρηθεί πως ο ιός μεταδόθηκε από κάποιο γειτονικό κράτος.
Μπορεί επομένως κάποτε να άλλαξε το οικοσύστημα της χώρας και η αλλαγή αυτή σε συνδυασμό με τους εντατικούς εμβολιασμούς να οδήγησε στην εξάλειψη της λύσσας, ωστόσο η λύσσα επέστρεψε και απαιτείται ξανά εντατική προσπάθεια από κάθε πιθανό φορέα αλλά και την ιδιωτική πρωτοβουλία για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Προς αυτήν την κατεύθυνση εργάζεται άλλωστε και το πρόγραμμα επιτήρησης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. το οποίο εφόσον οργανωθεί καλά μπορεί να συμβάλλει τα μέγιστα στο νέο κύκλο της λύσσας στην Ελλάδα. Η λύσσα δεν μπορεί να χαθεί «από το χάρτη», μπορεί όμως να περιοριστεί σημαντικά.
agrones.gr