Κείμενο του Γιώργου Λεκάκη
Πλούσια κι αρχόντισσα η Καστοριανή κυρά, το δείχνει και το χαίρεται, το στέλνει μήνυμα με τη φορεσιά της. Στο κεφάλι τσόχινο βυσσινί φέσι. Δεμένο με πλεξίδα από την κόμη της ίδιας της κοπέλας! Στολισμένο με χρυσή φούντα και φλουριά.
Κυριαρχεί στο μάτι το μακρύ φαρδύ φόρεμα, η στόφα, από
δαμάσκο ή μεταξωτό ύφασμα! Τελειώνει με πολλές σειρές από χρυσό σιρίτι! Κάτω απ’ αυτό φορά το μπαμπουκλί, ένα είδος φουρό, για να φουσκώνει και να γίνεται πιο «περήφανο» το φόρεμα! Στο στήθος μαύρο κοντέσι (κοντογίλεκο), κεντημένο με χρυσή κλωστή, με ποικίλα σχέδια και σιρίτια (τετραμάδες). Στην πλάτη συνήθως έφερε, χρυσοκεντημένο επίσης, το δικέφαλο αετό! Από μέσα, ανοιχτόχρωμη πουκαμίσα, που καταλήγει σε χειροποίητη δαντέλα, στις άκρες των μανικιών και της λαιμόκοψης. Στη μέση ασημένια (ή/και χρυσή!) ζώνη, ηπειρώτικης τεχνοτροπίας.
Πολλά κοσμήματα, φουριά (φλουριά) στο στήθος. Ο αριθμός των σειρών ανάλογα με την πλούτη της καθεμιανής. Αλλά τουλάχιστον 2-3 σειρές μαλαματένια φλουριά στον τεπέ ήταν το λιγότερο. Ήσαν περασμένα σε σιρίτι. Στα χέρια φορούσε χρυσά μπιλιτζίκια και στο λαιμό χρυσές ή μαλαματένιες καδένες. Στο πλάι κρεμούσε και ρολόι. Επίσης, από τα κοσμήματα της δέον όπως μνημονεύσουμε και τα δακρύσχημα ενώτια, ταιριαστά στο χρώμα. Στα πόδια, επίσημα υποδήματα από σκαρπίνι. Το χειμώνα, πάνω απ’ όλα αυτά, τζουμπές (ταμπάρο), ένας επενδύτης από μηλόγουνα, με κεντητά μανίκια!
Στην παραλίμνια βόλτα της, στο Ντολτσό, βαστούσε και αλεξιβρόχιο/ομπρέλα.
Στο Λαογραφικό Ενδυματολογικό Μουσείο της πόλης, που στεγάζεται στο αρχοντικό των εθνομαρτύρων Αδελφών Εμμανουήλ (18ος αιών.), εκτίθενται μέσα σε προθήκες όλες σχεδόν οι παραδοσιακές ενδυμασίες ανδρών και γυναικών της Καστοριάς. Οι φωτογραφίες μερικών απ’ αυτές τις προθήκες με τις ενδυμασίες παρουσιάζονται εδώ.
Η ΚΑΣΤΟΡΙΑΝΗ ΚΥΡΑ ΣΤΟΛΙΖΕΤΑΙ
Ποίημα Γιάννη Μπακάλη
Βάνει τις στόφες, τα χρυσά, βάνει και τους παφτάδες
βάνει και το κοντέσι της, γεμάτο τετραμάδες.
Βάνει τη ζούνα τη χρυσή, βάνει και τα στολίδια,
τα μανταλόνια τ’ ακριβά και τόσα δαχτυλίδια.
Βάνει το φέσι στα μαλλιά με φούντα χρυσαφένια
και στον τεπέ με τα πολλά φλουριά μαλαματένια.
Και γύρω – γύρω τα μαλλιά κοτσίδα τα γυρνάει,
βάνει τα σκουλαρίκια της, με νάζι τα κοιτάει.
Βάνει ταμπάρο ακριβό με κεντητά μανίκια,
βάνει και εις τα χέρια της χρυσά δυο μπιλιντζίκια.
Καδένες βάνει στο λαιμό – μάλαμα ν’ απορέσεις
και το ρολόγι το κρεμάει στα πλαϊνά της μέσης.
Παίρνει το μυγιαστήρι της, πούπουλο στολισμένο,
παίρνει και την ομπρέλα της με χάρη ασημωμένη.
Βάνει και τα σκαρπίνια της από καλό λουστρίνι
κι έτσι, σαν βυζαντινό όμορφο φιγουρίνι
της Καστοριάς παλιά Κυρά βγαίνει από το σπίτι
και μέσα εις της εκκλησιάς πάει τον γυναικωνίτη,
με το χρυσάφι λάμποντας και με την ομορφάδα,
γεμάτη στόλη περισσή, γεμάτη φρονιμάδα.
Η ΚΑΣΤΟΡΙΑΝΗ
Βγάλε τα ευρωπαϊκά όμορφη Καστοριανή
και βάλε τα παλαιικά που φόραγε η γιαγιά σου
όλο καμάρι,
όταν στα νιάτα της σειστή και λυγιστή περνούσε
απ’ το Τσαρσί στην εκκλησιά να πάει να μεταλάβει.
Φούστα βάλε τη στόφινη στην Προύσσα καμωμένη,
που μες’ στις χίλιες δίπλες της χίλιες καρδιές διπλώνει
και την Πολκίτσα φόρεσε τη χρυσοκεντημένη
φλόγες ν’ ανάβεις σαν περνάς χρυσόνειρα να σπέρνεις.
Βάλε την άσπρη τραχηλιά με τη λεπτή μπιμπίλα
κρίνος στο χιόνι να φανεί ο κάτασπρος λαιμός σου,
και κρέμασε στα στήθη σου φλουριά Κωνσταντινάτα
ν’ αστράφτουν κι όσο τα κοιτούν τα μάτια να δακρύζουν.
Το φέσι σου βάλε καλά πάνω στην κεφαλή σου
και πλέξε και την κόσα σου σαν φίδι γητευμένο,
για να γητεύει τις καρδιές, και γύρω απ’ τη μέση
βάλε τη ζώνη τη χρυσή με τ’ ασημένια τέλια
τεχνίτες που τη δούλεψαν στα Γιάννενα ένα χρόνο.
Έτσι στητή, καμαρωτή, Καστοριανή κυρά μου,
σαν το φεγγάρι πρόβαλε και λάμψε σαν τον ήλιο,
κι αν δεις φωτιές ν’ ανάβουνε και να πετούνε φλόγες
μην πεις ότι της Αποκριάς είν’ πυρκαγιά εκείνη,
είναι οι φωτιές που άναψαν τα κάλλη σου κι οι χάρες,
που τα νερά του ποταμού δεν ημπορούν να σβήσουν.
Α.Κ.
Εφημ. Καστοριά, αριθ. φύλλ.: 686 /10-1-1937
fos-kastoria.blogspot.com