Στη διάρκεια της χτεσινής πορείας –και ενώ η πλατεία Συντάγματος είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης- ένας κύριος γύρω στα 60 είχε κολλήσει δίπλα στη διμοιρία των ΜΑΤ που ήταν στην
αρχή της Ερμού και δεν ήξερε τι έλεγε – ή μάλλον, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε.
Οι άνδρες των ΜΑΤ δεν αντιδρούσαν. Κάποια στιγμή, ο άνδρας των ΜΑΤ που ήταν ακριβώς δίπλα του γύρισε και του είπε «έχετε δίκιο».
Όσοι ήταν στη χτεσινή πορεία θα παρατήρησαν πως οι διαδηλωτές δεν έφευγαν. Προσπαθούσαν να βρουν ένα σημείο για να προφυλαχτούν από τα χημικά αλλά δεν έφευγαν.
Στην οδό Βουλής –όπου κατέφυγα για να σταματήσω το κλάμα και να πάρω μια ανάσα-, ήταν μαζεμένος πολύς κόσμος. Κάποια στιγμή, γυρνώ σε 4 νεαρούς που ήταν δίπλα μου και τους λέω «ήταν μια ακόμα καραμπινάτη προβοκάτσια» – εννοώ τα «επεισόδια» στην πλατεία Συντάγματος. Οι νεαροί με κοιτάνε με άδειο βλέμμα –σαν να μην έχω μιλήσει- και τότε συνειδητοποιώ το προφανές: είναι ασφαλίτες.
Οι ασφαλίτες στη χτεσινή πορεία ήταν εκατοντάδες. Ντυμένοι σαν αντιεξουσιαστές, σαν απλοί καθημερινοί άνθρωποι, σαν αθώα κοριτσόπουλα –υπήρχαν και γυναίκες- κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο της Αστυνομίας (και της κυβέρνησης) που ήταν να διαλυθεί η πορεία και να μην φτάσει ποτέ στη Βουλή.
Πάντα υπήρχαν ασφαλίτες. Το θέμα είναι γιατί υπήρχαν τόσες εκατοντάδες ασφαλίτες σε μια εργατική διαδήλωση.
Η απάντηση είναι πως το σύστημα ζορίζεται και τα δίνει όλα για να επιβιώσει.
Την ώρα της διαδήλωσης, ο βουλευτής –και πρώην υπουργός- Κωστής Χατζηδάκηςαποφασίζει να βγει χαρωπός από τη Βουλή και να διασχίσει το δρόμο, και δέχεται επίθεση όχι από «αναρχικούς» και «κουκουλοφόρους» -όπως θα ήταν βολικό- αλλά από ανθρώπους κάποιας ηλικίας.
Στις επιθέσεις που έχουν γίνει στους δρόμους της Αθήνας σε διάφορους πολιτικούς τον τελευταίο χρόνο, παρατηρούμε πως οι επιθέσεις γίνονται μάλλον από αυτούς που τους ψήφισαν. Δηλαδή, τους επιτίθενται οι πελάτες τους. Λένε πως ο πελάτης έχει πάντα δίκιο.
Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος και η πολιτική τηλεδημοσιογραφία καταδικάζουν τις φάπες που έφαγε ο Κωστής Χατζηδάκης. Δεν νομίζω πως υπάρχει κάποιος λογικός και υγιής άνθρωπος που να χαίρεται, όταν βλέπει έναν άνθρωπο να δέχεται επίθεση. Βέβαια, βία δεν είναι μόνο οι φάπες στον κ. Χατζηδάκη – βία δεν είναι μόνο το ξύλο ή ο πόλεμος. Βία είναι το να οδηγείς με την πολιτική σου σε εξαθλίωση μεγάλο μέρος των πολιτών μιας χώρας.
Βία είναι να έχεις φάει τα χρήματα που προορίζονταν για τη δημιουργία εθνικών οδών και δρόμων, με αποτέλεσμα να σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι στην άσφαλτο. Βία είναι να οδηγείς ανθρώπους σε αυτοκτονία, επειδή δεν έχουν να πληρώσουν τα χρέη τους (αλήθεια, τους μετράει κανείς;). Βία είναι να αδιαφορείς για τα εξαθλιωμένα πρεζόνια, με αποτέλεσμα αυτά να επιτίθενται άγρια σε ανήμπορους ηλικιωμένους για να βρουν χρήματα να πάρουν τη δόση τους. Γενικά, το θέμα «βία» είναι ένα τεράστιο θέμα και όσοι το προσεγγίζουν με φράσεις όπως «καταδικάζω τη βία» ή «είμαι εναντίον της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται» είναι μάλλον αφελείς και ανιστόρητοι.
Στη χτεσινή πορεία είδα μέγα πλήθος. Είδα αποφασιστικότητα, απελπισία και μίσος – ταξικό μίσος. Επίσης, είδα αλληλεγγύη ανάμεσα στους διαδηλωτές – οι διαδηλωτές δεν άφηναν τους άλλους διαδηλωτές να πέσουν στα χέρια της Αστυνομίας, αλλά προσπαθούσαν να αποτρέψουν το ξύλο ή τη σύλληψή τους. Η λέξη «χούντα» ακούστηκε από χιλιάδες στόματα – μικρών και μεγάλων. Δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν – η τεράστια αποχή από τις εκλογές είχε στείλει το μήνυμα.